Κατέβασε τα γυαλιά της από την μύτη της και ακούμπησε το βιβλίο που διάβαζε δίπλα στο τραπεζάκι.
Σήκωσε τα μάτια της, στερέωσε με τα δυο χτενάκια της τα τσουλούφια που πεταγόταν αυθάδικα μέσα από τον καλοφτιαγμένο κότσο της,και κοίταξε την βροχή που χτυπούσε ανελέητα το τζάμι
Συνεχόμενα ρυάκια νερού σχημάτιζαν νερένια δάκρυα που κυλούσαν βιαστικά..και θόλωναν την επαφή με τον έξω κόσμο,αυτό όμως δεν εμπόδιζε το μυαλό της να τρέχει παρ όλο που ήθελε να ξεχάσει.
Πάντα όταν έβρεχε, η θύμηση της γύριζε σε εκείνα τα χρόνια και σε εκείνη την μέρα.
Θυμόταν με πόση λαχτάρα περίμενε να χτυπήσει το κουδούνι για διάλειμμα για να μπορέσει να τον δει.
Να δει τα μάτια του να την κοιτάζουν και την καρδιά της να χτυπάει σαν τρελή σε κάθε του βλέμμα.
Η αγάπη της είχε χτυπήσει την πόρτα.
Θυμόταν τα αδέξια αγγίγματα τους και τον φόβο μήπως και τους δει κανείς και το μάθει ο αυστηρός πατέρας της.
Το πρώτο τους ραντεβού τους με χτυποκάρδια
στο στενό δρομάκι .. και το πρώτο τους φιλί, που
δεν πρόλαβαν καλά καλά να το γευτούν και ένα χέρι (του πατέρα) έπεσε βαρύ επάνω στο ξαναμμένο της μάγουλο .
Μα τι κακό είχε κάνει για να αξίζει αυτό το χαστούκι;
είχε σκεφτεί με αγανάκτηση φοβισμένη, με μάτια γεμάτα δάκρυα.
έσμιξε τα φρύδια της στην θύμηση τούτη.
Μέρες κλειδωμένη στο δωμάτιο της να κλαίει για την αγάπη.
(και τι είναι αγάπη παρακαλώ να την κάνεις εσύ ότι θέλεις; ακόμα δεν την έμαθες; να ξέρεις πόσο ανίσχυρος είσαι στα χέρια της!!)
Η μόνη ώρα που την έκανε χαρούμενη, ήταν η ώρα του σινιάλου.
Ευτυχώς που οι φίλες της είχαν γίνει οι ταχυδρόμοι
σημειωμάτων μεταξύ τους, πως κάθε βράδυ την ώρα που όλοι θα κοιμούνται εκείνος θα στεκόταν κάτω από το φανάρι που βρισκόταν ακριβώς απέναντι από το παράθυρό της και θα της έστελνε ένα φιλί.
Εκείνη θα άναβε για λίγο ένα κερί,για να καταλάβει εκείνος ότι πήρε το φιλί του
Ακόμα και να έβρεχε εκείνος ήταν εκεί να περιμένει το σινιάλο του κεριού.
Και τότε ήταν που πήραν την απόφαση να πάρουν την ζωή στα άπειρα ακόμα χέρια τους και να την κάνουν δίκη τους.
Όλα τα όνειρα σε μια μικρή βαλίτσα.
Όλη η βροχή του κόσμου να πέφτει επάνω τους , την νύχτα που αποφάσισαν να φύγουν μακρυά τα δυο τους.
Κλεψιά το είπαν οι άλλοι.
Εκείνοι το είπαν αγάπη.
Σηκώθηκε από την πολυθρόνα της να μαζέψει την κουβέρτα που είχε γλιστρήσει από τα πόδια του. Τον σκέπασε με τόση τρυφερότητα.!!!
Κοιμόταν σαν μικρο παιδί ενώ ένα χαμόγελο ακουμπούσε απαλά στα χείλη του με φόβο θαρρείς να μην τον ξυπνήσει.
Έσκυψε και άφησε ένα φιλί στα γκρίζα του μαλλιά...
Σε ευχαριστώ του είπε και έπιασε ξανά το βιβλίο της.!!
Αυτή ήταν η συμμετοχή μου στο παιχνίδι των λέξεων που οργάνωσε με μεγάλη επιτυχία η me maria από το μπλοκ mytripsonblog χαίρομαι κάθε φορά που παίρνω μέρος σε αυτήν την όμορφη προσπάθεια.....γιατί για μένα δεν είναι ο προορισμός αλλά το ταξίδι και η προσπάθεια...η βαθμολογία είναι μόνο για το τυπικό του διαγωνισμού..υπάρχουν πένες που γράφουν διαμάντια ..!!!!!!!!!!!!!!! περάσετε να τα διαβάσετε..!!!
Οι κόκκινες λέξεις είναι αυτές που έπρεπε να βάλουμε μέσα στην ιστορία μας..!!
Αγαπημένη μου παρέα... να έχετε όλοι μια όμορφη εβδομάδα και είπαμε...στα δύσκολα .. επιμένουμε ...χαμόγελο..!!! και ελπίδα ότι όλα θα πάνε καλά..!!!!!!