Η μάνα μου, μια άγια γυναίκα. Με υπομονή, μ’ αντοχή κι όλη τη γλύκα της γης απάνω της. Όλοι από το αίμα της μάνας μου οι πρόγονοι ήταν χωριάτες. Σκυμμένοι στο χώμα, κολλημένοι στο χώμα, τα πόδια τους, τα χέρια τους, τα μυαλά τους γεμάτα χώματα. Αγαπούσαν τη γης και της εμπιστεύουνταν όλες τις ελπίδες. Είχαν γίνει, πάππου προς πάππου, ένα μαζί της. Στην αβροχιά, κοράκιαζαν κι αυτοί μαζί της, κι όταν ξεσπούσαν τα πρωτοβρόχια, τα κόκαλά τους έτριζαν και φούσκωναν σαν καλάμια. Κι όταν αλέτριζαν και χαράκωναν βαθιά την κοιλιά της με το γενί, ξαναζούσαν στα στήθια και στα μεριά τους την πρώτη νύχτα που κοιμήθηκαν με τη γυναίκα τους….
Ποτέ δεν είχα δει τη μητέρα μου να γελάει, χαμογελούσε μόνο, και τα βαθουλά, μαύρα μάτια της κοίταζαν τους ανθρώπους γεμάτα υπομονή και καλοσύνη. Πηγαινοέρχονταν σαν πνέμα αγαθό μέσα στο σπίτι, κι όλα τα πρόφταινε ανέκοπα κι αθόρυβα, σαν να ‘χαν τα χέρια της μια καλοπροαίρετη μαγική δύναμη, που κυβερνούσε με καλοσύνη την καθημερινή ανάγκη. Μπορεί και να ‘ναι η νεράιδα συλλογιζόμουν κοιτάζοντάς την σιωπηλά….
Οι ώρες που περνούσα με τη μητέρα μου ήταν γεμάτες μυστήριο. Καθόμασταν ο ένας αντίκρα στον άλλο, εκείνη σε καρέκλα πλάι στο παράθυρο, εγώ στο σκαμνάκι μου, κι ένιωθα, μέσα στη σιωπή, το στήθος μου να γεμίζει και να χορταίνει, σαν να ‘ταν ο αγέρας ανάμεσά μας γάλα και βύζαινα.
Από πάνω μας ήταν η γαζία, κι όταν ήταν ανθισμένη, η αυλή μας μοσκομύριζε. Αγαπούσα πού τα ευωδάτα κίτρινα λουλούδια της, τα ‘βαζε η μητέρα μου στις κασέλες και τα σώρουχά μας, τα σεντόνια μας, όλη μου η παιδική ηλικία μύριζε γαζία.
Μιλούσαμε, πολλές ήσυχες κουβέντες, πότε η μητέρα μου διηγόταν για τον πατέρα της, για το χωριό που γεννήθηκε, και πότε ‘γω της στορούσα τους βίους των αγίων που ‘χα διαβάσει, και ξόμπλιαζα τη ζωή τους με τη φαντασία μου. Δεν έφτανα τα μαρτύρια τους, έβαζα κι από δικού μου, ωσότου έπαιρναν τη μητέρα μου τα κλάματα, τη λυπόμουν, κάθιζα στα γόνατά της, της χάιδευα τα μαλλιά και την παρηγορούσα: Μπήκαν στον παράδεισο, μητέρα, μη στεναχωριέσαι, σεριανίζουν κάτω από ανθισμένα δέντρα, κουβεντιάζουν με τους αγγέλους και ξέχασαν τα βάσανά τους. Και κάθε Κυριακή βάζουν χρυσά ρούχα, κόκκινα κασκέτα με φούντες και πάνε να κάμουν βίζιτα στο Θεό.
Κι η μητέρα σφούγγιζε τα δάκρυά της, με κοίταζε σαν να μου έλεγε: Αλήθεια λες; Και μου χαμογελούσε.
Και το καναρίνι, μέσα στο κλουβί του, μας άκουγε, σήκωνε το λαιμό του και κελαηδούσε μεθυσμένο, ευχαριστημένο, σαν να ‘χε κατέβει από τον παράδεισο, σαν να ‘χε αφήσει μια στιγμή τους αγίους κι ήρθε στη γης να καλοκαρδίσει τους ανθρώπους.
Η μητέρα μου, η γαζία, το καναρίνι, έχουν σμίξει αχώριστα, αθάνατα μέσα στο μυαλό μου, δεν μπορώ πια να μυρίσω γαζία, ν’ ακούσω καναρίνι, χωρίς ν’ ανέβει από το σπλάχνο μου η μητέρα μου και να σμίξει με τη μυρουδιά τούτη και με το κελάηδημα του καναρινιού…
(Νίκος Καζαντζάκης, Αναφορά στο Γκρέκο»)
Ποιος δεν θα έχει συγκινηθεί διαβάζοντας αυτό το απόσπασμα παρεάκι μου ύμνος στην μητέρα που μόνο ο Καζαντζάκης θα μπορούσε να γράψει τόσο απλά αλλά τόσο αληθινά!!!!!!!!!
Θα μπορούσα να σιωπήσω μετά από ότι διαβάσατε από την υπέροχη γραφή του μεγάλου μας Καζαντζάκη και να κλείσω εδώ την ανάρτηση μου
Όμως..θα ήθελα να αφιερώσω σε ένα αστέρι εκεί πάνω..που με προσέχει πάντα, έστω και αν έχει περάσει μια ζωή που είναι εκεί πάνω το αστέρι μου, ..την αγάπη μου σε ένα μικρό απλό στίχο που έχει γραφτεί...για εκείνη πριν από χρόνια.
Πολλές φίλες ίσως να το θυμηθείτε επειδή το έχω αναρτήσει και πιο παλιά.
ΥΠΑΡΧΩ...
Υπάρχω, μονάχα γιατί εσύ με γέννησες
και μου δωσες κορμί απ το κορμί σου.
Τον πρώτο χτύπο της καρδιάς εσύ τον έδωσες,
κι από το στόμα σου πήρα το πρώτο το φιλί σου.
Υπάρχω, γιατί από το τίποτα εσύ με έπλασες
κι από τις φλέβες σου πήρα το πρώτο μου το αίμα.
Να ξεχωρίζω το καλό απ το κακό εσύ με έμαθες
και την αλήθεια απ το ψέμα.
Υπάρχω,γιατί με πίστη με γαλούχησες,
με ιδανικά απλά, μεγάλα.
Το νέκταρ της ζωής εσύ με πότισες,
με το αγνό το μητρικό σου γάλα.
Υπάρχω γιατί στα χέρια τα δικά σου με
νανούρισες,
παιδί απροστάτευτο μικρό ήμουν ακόμα.
Τον ελαφρύ τον ύπνο παρακάλαγες,
να με κοιμίσει απαλά στο παιδικό μου
στρώμα.
Υπάρχω γιατί μες την καρδιά μου εσύ
φύτεψες,
πίστη, αγάπη, καλοσύνη.
Και αυτά μεγάλωσαν και θέριεψαν
και βίωμα μες την ζωή μου έχουν γίνει.
Σ αγαπάω μαμά ..μου λείπεις..!!!!
Να είστε όλοι καλά, να έχετε μια όμορφη εβδομάδα .. και πείτε στην μαμά σας με ένα μεγάλο χαμόγελο πόσο την αγαπάτε..πιστέψτε το θα χαρεί πολύ...
Χρόνια πολλά σε όλες τις μανούλες του κόσμου..!!!! Αφιερωμένο!!!!
Σας ευχαριστώ πολύ που περνάτε και τα λέμε...!!!